Το σωματειο
σωματειο
σκοποσ την ιδρυσησ
Η ίδρυση, οργάνωση και ανάπτυξη του Σωματείου Συγγενών και Φίλων Εκτελεσμένων Πολιτικών Κρατουμένων Φυλακών Κέρκυρας, περιόδου 1947-1949 με την επωνυμία “Λαζαρέτο” υπήρξε αποτέλεσμα συναισθηματικής παρόρμησης μικρής ομάδας συγγενών και πρώην συγκρατούμενων των εκτελεσμένων.
Το 1978, με πρωτοβουλία μελών του Σωματείου, πραγματοποιήθηκε η πρώτη επίσκεψη στο νησάκι Λαζαρέτο. Θα απαιτηθούν προσπάθειες πέντε ετών μέχρι να εγκριθεί -το 1983- το καταστατικό του Σωματείου. Στα 18 χρόνια που μεσολάβησαν, πραγματοποιούνται στο Λαζαρέτο, στους τάφους των εκτελεσμένων, ετήσιες τελετές μνήμης, με τη συνεργασία πάντοτε του Δήμου Κερκυραίων.
Το Σωματείο ωστόσο δεν περιορίσθηκε μόνο σ’ αυτές τις εκδηλώσεις. Με δικές του δαπάνες έκανε βατό στον επισκέπτη το χώρο των εκτελέσεων και πέτυχε:
Να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη της Κέρκυρας αλλά και της υπόλοιπης Ελλάδας, ώστε να αποτραπεί η πώληση του νησιού σαν βραχονησίδα,
Να αναγνωρισθεί το νησάκι με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού ως ιστορικός τόπος που χρειάζεται ειδική κρατική μέριμνα και προστασία,
Nα συγκροτηθεί ομάδα εργασίας, η οποία επεξεργάσθηκε προτάσεις ανάδειξης και προβολής των μνημείων του νησιού, στα πλαίσια σύγχρονων λειτουργιών. Οι προτάσεις αυτές έγιναν ήδη αποδεκτές από το Υπουργείο Πολιτισμού και με κατάλληλες ενέργειες προωθούνται στον EOT και το Υπουργείο Χωροταξίας και Περιβάλλοντος, με στόχο την έκδοση προεδρικού διατάγματος για τη χρήση γης και τη μεταβίβαση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του νησιού στο Δήμο Κερκυραίων.
Nα συγκροτηθεί ομάδα εργασίας, η οποία επεξεργάσθηκε προτάσεις ανάδειξης και προβολής των μνημείων του νησιού, στα πλαίσια σύγχρονων λειτουργιών. Οι προτάσεις αυτές έγιναν ήδη αποδεκτές από το Υπουργείο Πολιτισμού και με κατάλληλες ενέργειες προωθούνται στον EOT και το Υπουργείο Χωροταξίας και Περιβάλλοντος, με στόχο την έκδοση προεδρικού διατάγματος για τη χρήση γης και τη μεταβίβαση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του νησιού στο Δήμο Κερκυραίων.
ιδρυθηκε το
μελη
χρονια εκδηλωσεων μνημησ
Η ιστορια
Ομιλία που εκφωνήθηκε από τον Αντιπρόεδρο του Σωματείου «ΛΑΖΑΡΕΤΟ» στην ετήσια εκδήλωση μνήμης που πραγματοποιήθηκε στη νησίδα στις 8 Οκτωβρίου 1995.
Στο Λαζαρέιο εκτελέσθηκαν, κατά τη διάρκεια ίου Εμφυλίου Πολέμου, αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού. Η θυσία τους έχει σήμερα καταγραφεί στην κιβωτό της Εθνικής Μνήμης σαν μία πράξη υπεράσπισης ανθρώπινων ιδανικών απέναντι σε ένα κράτος που τιμωρούσε τις ιδέες. Η ανεξαρτησία της ψυχής και του πνεύματος έδωσε στον τόπο αυτόν τη νικηφόρα μάχη της.
Το μεταπολεμικό κράτος οργανώθηκε στην ιδεολογική βάση του αντικομμουνισμού. Η κοινωνία διαιρέθηκε σε δύο κατηγορίες, των κομμουνιστών και των αντικομμουνιστών. Στους πρώτους καταλογίσθηκε η επιβουλή της ακεραιότητας της πατρίδας τους και εξαπολύθηκε ένας πρωτοφανής διωγμός. Οι δεύτεροι απέκτησαν την αποκλειστική ιδιότητα του εθνικόφρονα.
Στα πλαίσια αυτής της διάκρισης διαμορφώθηκε και το νομικό οπλοστάσιο του κράτους. Αρχικά καταδικάσθηκαν από τα Δικαστήρια Συνέδρων και εκτελέστηκαν χιλιάδες αγωνιστές για πράξεις αντίστασης που είχαν διαπράξει στη διάρκεια της κατοχής και οι οποίες θεωρήθηκαν κοινά ποινικά αδικήματα. Δηλαδή, η δράση των αντιστασιακών οργανώσεων θεωρήθηκε αντιποίηση εξουσίας, οι δε κατοχικές κυβερνήσεις εθνική εξουσία της Ελλάδας. Στη συνέχεια λειτούργησαν τα Έκτακτα Στρατοδικεία, τα οποία τιμωρούσαν ιδέες και όχι πράξεις. Η άρνηση της αποκήρυξης των ιδεών αποτελούσε τεκμήριο ενοχής, και οδηγούσε στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Με βάση τις παραπάνω κατηγορίες εκτελέσθηκαν στο Λαζαρέτο και τάφηκαν πρόχειρα 112 πολιτικοί κρατούμενοι των φυλακών της Κέρκυρας. Ο αριθμός αυτός δεν είναι τελικός. Υπάρχουν ακόμα ερωτηματικά και γίνεται προσπάθεια να απαντηθούν. Οι αγωνιστές αυτοί υπήρξαν θύματα της κατάστασης ομηρίας που χαρακτήριζε το σύνολο των δικασμένων σε θάνατο πολιτικών κρατουμένων. Η απόφαση για την εκτέλεσή τους ήταν αποτέλεσμα της ιδεολογικής συγκρότησης του κράτους, ο δε χρόνος της καθοριζόταν από την εξέλιξη του Εμφυλίου πολέμου.
Επί δεκαετίες το ιδεολογικό κράτος του αντικομουνισμού στέρησε την Ελλάδα από πλούσιο έμψυχο δυναμικό. Πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της χώρας καταδιώχθηκαν, φυλακίστηκαν και τέθηκαν στο περιθώριο. Πνευματικές και επιστημονικές αξίες παραγνωρίστηκαν στο όνομα της ιδεολογικής σκοπιμότητας. Οι περισσότεροι από εμάς που βρισκόμαστε σήμερα εδώ, μείναμε χρόνια στις φυλακές. Ένας συλλογικός φόβος κυριάρχησε, όπως χαρακτηριστικά εκδηλώθηκε με τις δηλώσεις νομιμοφροσύνης.
Μετά τη μεταπολίτευση του 1974 το κράτος οργανώθηκε σε νέες βάσεις. Κατανοώντας το μέγεθος της καταστροφής που είχε δημιουργήσει ο εθνικός διχασμός, απέβαλε τον αντικομουνισμό χαρακτήρα του. Η εθνική ενότητα αποκαταστάθηκε με πράξεις της πολιτείας.
Το ζητούμενο όμως, ο παράγοντας δηλαδή που θα απέτρεπε τη διάσπαση του κοινωνικού ιστού δεν επιτεύχθηκε. Το ιδεολογικό κράτος του αντικομουνισμού μετά τη μεταπολίτευση αντικαταστάθηκε από το κράτος των πολιτικών κομμάτων. Έτσι, κριτήριο της επιτυχίας δεν αποτελούν πλέον οι ιδέες και η διακήρυξη ή αποκήρυξή τους, αλλά η κομματική ένταξη. Όσοι τη διαθέτουν ευκολότερα επιτυγχάνουν στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή τους. Όσοι αρνούνται να τη βεβαιώσουν, παραμένουν αδύναμοι να απολαύσουν τις παροχές που το κράτος οφείλει να προσφέρει.Η διαφάνεια, η αξιοκρατία, η ουδετερότητα και η ικανή διαχείριση, στοιχεία απαραίτητα για την αποτελεσματική λειτουργία κάθε κράτους, δεν έχουν ακόμη επιτευχθεί. Το κράτος πρόνοιας δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά απολυτρωμένο από τις κομματικές παρεμβάσεις και σκοπιμότητες. Αυτή η πραγματικότητα δημιουργεί απόγνωση στον πολίτη ο οποίος καλείται, είτε να υποταχτεί στο κομματικό κατεστημένο είτε να το αμφισβητήσει, πράξη με προσωπικές επιπτώσεις, αλλά και με επικίνδυνες πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες.
Το παλαιό πρόβλημα που εμείς ζήσαμε με τις διώξεις του αντικομουνιστικού κράτους, σήμερα το ζει κάθε ελεύθερος και μαχόμενος πολίτης με διαφορετικό τρόπο και ευτυχώς με ηπιότερες συνέπειες, εξαιτίας της λειτουργίας του κομματικού κράτους.
Κάθε εκδήλωση μνήμης φιλοδοξεί να μεταφέρει ένα επίκαιρο μήνυμα. Ένα μήνυμα που αξιοποιεί την εμπειρία του παρελθόντος και την εντάσσει στις σημερινές ανάγκες. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι σήμερα δε διώκονται οι ιδέες, μπορούμε ελεύθερα να τις διακηρύσσουμε και να μαχόμαστε γι’ αυτές. Ούτε διατρέχει κίνδυνο η ζωή μας και η προσωπική μας ελευθερία. Το στοιχείο της εθνικής ενότητας έχει αποκατασταθεί αφού εξέλειψαν πλέον οι ιδεολογικές δια κρίσεις. Τα παραπάνω αποτελούν σημαντικές κατακτήσεις που δεν πρέπει να ξεχνούμε. Η γενεσιουργός όμως αιτία της κοινωνικής διάσπασης εξακολουθεί να υπάρχει. Κριτήριο της κοινωνικής, επαγγελματικής, επιστημονικής ένταξης αποτελεί η κομματική ταυτότητα.
Αν θέλουμε, λοιπόν, να δώσουμε επίκαιρο νόημα στη θυσία των εκτελεσμένων στο Λαζαρέτο, πρέπει να πούμε ότι αυτοί έπεσαν για οράματα πολύ ευρύτερα από τις σημερινές κατακτήσεις. Αφού η επιλογή του θανάτου τους ήταν επιλογή προσωπική, είναι απόλυτα φυσικό να υπερέβαινε τα όρια των ιδεολογιών και των πολιτικών κομμάτων και να αντλούσε τη δύναμή της από τη θέληση για ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ελευθερία. Αυτά τα οράματα μπορούν να βρουν τη δικαίωσή τους μόνο στην πραγματική δημοκρατία των πολιτών, που δεν είναι δυνατό να υλοποιηθεί από ένα κομματικό κράτος.
Σήμερα τιμούμε τη μνήμη ανθρώπων που επέλεξαν το θάνατο. Προερχόμενοι από όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς συγκεντρωθήκαμε εδώ με κοινή επιθυμία, να διατηρηθούν οι αξίες της θυσίας τους. Τα συναισθήματά μας είναι κοινά. Το πραγματικό κριτήριο, ωστόσο, των προθέσεών μας θα κριθεί από την απόφαση να συμβάλλουμε ο καθένας όσο μπορεί στη διαμόρφωση ενός κράτους αξιοκρατικού, ουδέτερου και ικανού που θα υπηρετεί τον πολίτη, θα αποτελεί σημείο αναφοράς και ενότητας της κοινωνίας και θα αποτρέπει κάθε κακόβουλη ενέργεια κοινωνικού και εθνικού διχασμού. Ενός κράτους πρόνοιας αποδεσμευμένου από κομματικές σκοπιμότητες. Ο τόπος που βρισκόμαστε σήμερα και η μνήμη αυτών που τιμούμε το απαιτούν.
Το μεταπολεμικό κράτος οργανώθηκε στην ιδεολογική βάση του αντικομουνισμού. Η κοινωνία διαιρέθηκε σε δύο κατηγορίες, των κομμουνιστών και των αντικομουνιστών. Στους πρώτους καταλογίσθηκε η επιβουλή της ακεραιότητας της πατρίδας τους και εξαπολύθηκε ένας πρωτοφανής διωγμός. Οι δεύτεροι απέκτησαν την αποκλειστική ιδιότητα του εθνικόφρονα.
Στα πλαίσια αυτής της διάκρισης διαμορφώθηκε και το νομικό οπλοστάσιο του κράτους. Αρχικά καταδικάσθηκαν από τα Δικαστήρια Συνέδρων και εκτελέστηκαν χιλιάδες αγωνιστές για πράξεις αντίστασης που είχαν διαπράξει στη διάρκεια της κατοχής και οι οποίες θεωρήθηκαν κοινά ποινικά αδικήματα. Δηλαδή, η δράση των αντιστασιακών οργανώσεων θεωρήθηκε αντιποίηση εξουσίας, οι δε κατοχικές κυβερνήσεις εθνική εξουσία της Ελλάδας. Στη συνέχεια λειτούργησαν τα Έκτακτα Στρατοδικεία, τα οποία τιμωρούσαν ιδέες και όχι πράξεις. Η άρνηση της αποκήρυξης των ιδεών αποτελούσε τεκμήριο ενοχής, και οδηγούσε στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Με βάση τις παραπάνω κατηγορίες εκτελέσθηκαν στο Λαζαρέτο και τάφηκαν πρόχειρα 112 πολιτικοί κρατούμενοι των φυλακών της Κέρκυρας. Ο αριθμός αυτός δεν είναι τελικός. Υπάρχουν ακόμα ερωτηματικά και γίνεται προσπάθεια να απαντηθούν. Οι αγωνιστές αυτοί υπήρξαν θύματα της κατάστασης ομηρίας που χαρακτήριζε το σύνολο των δικασμένων σε θάνατο πολιτικών κρατουμένων. Η απόφαση για την εκτέλεσή τους ήταν αποτέλεσμα της ιδεολογικής συγκρότησης του κράτους, ο δε χρόνος της καθοριζόταν από την εξέλιξη του Εμφυλίου πολέμου.